Κριτική για την παράσταση “Ο Φετιχιστής” (theatromania.gr)
Από την κριτικό θεάτρου Βαλεντίνη Δαφνούλη
Στη σκηνή του Θέατρου Τ της Θεσσαλονίκης για δύο μόνο ημέρες βρισκόταν Ο Φετιχιστής του Μισέλ Τουρνιέ. Το έργο, σε σκηνοθεσία του Νίκου Αρμάου και με πρωταγωνιστή τον Ντίνο Ποντικόπουλο στον μονόλογο του Μάρτεν, αποτελεί την εξομολόγηση αλλά και απαρίθμιση των λόγων που οδήγησαν τη γυναίκα του στο διαζύγιο, και αυτόν σε ψυχιατρική κλινική. Ο Φετιχιστής είναι ένας μονόλογος μέσω του οποίου ο Μάρτεν διηγείται τη ζωή του από τα πρώτα ενήλικα χρόνια του, και δεν παίρνει πολλή ώρα μέχρι να αποκαλύψει μερικά από τα πιο κρυφά του πάθη, που τον οδήγησαν στο μέρος με τους ζουρλομανδύες και τα ηλεκτροσόκ, πάθη γνωστά και ως Αντουανέτ, γυναικεία ρούχα και εσώρουχα.
Ο Μάρτεν είναι ένας άνθρωπος που βρίσκει το γυμνό κτηνοδεία, το σώμα κρεμάστρα και το φορεμένο ρούχο Θεό. Στον μονόλογό του μιλάει για τη ζωή του πριν τον εγκλεισμό και τη σχέση του με την Αντουανέτ, τις γυναίκες και τον ρουχισμό, από τον δαντελένιο “φραμπαλά” στον οποίο έχει ιδιαίτερη αδυναμία, μέχρι και το αντρικό δερμάτινο πορτοφόλι. Μέσω του εξομολογητικού τόνου του, καθώς και το ξεδίπλωμα της δικής του ερμηνείας για τα γεγονότα που τον οδήγησαν στο άσυλο, ο Μάρτεν σκαλίζει τον ορισμό της τρέλας και του πεπρωμένου μπροστά στα μάτια του κοινού, χωρίς να τον ενδιαφέρει τι είναι κοινωνικά αποδεκτό. Μέσω της κίνησης αλλά και της χαρακτηριστικής τρυφερότητας και το χιούμορ του κειμένου, της βίντατζ ενδυμασίας και του εποχής παρουσιαστικού του Μάρτεν (Γιώργος Βαφιάς), ο Ντίνος Ποντικόπουλος πάνω σε μια άδεια σκηνή, με μηδαμινή βοήθεια από σκηνικά για το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης, πλάθει στη φαντασία του κοινού ολόκληρη τη ζωή του χαρακτήρα, από τις πιο ντροπιαστικές μέχρι και τις πιο περήφανες εμπειρίες του, με τρόπο που κάνει τη κοινωνική καταδίκη να φαίνεται όχι μόνο άδικη, αλλά κυρίως μάταιη. Με αυτήν την τεχνική, η σκηνοθεσία και το κείμενο αναγκάζουν το κοινό να συμπάσχει με τον Μάρτεν και να μη βιαστεί να τον κρίνει ως τρελό, αλλά ως παθιασμένο άνθρωπο, αγνοώντας πράξεις που υπό κανονικές συνθήκες θα κατέκρινε, σπρώχνοντας έτσι την κρίση αυτού υπέρ του Μάρτεν, που τόλμησε να φετιχοποιήσει τον έρωτα.
Με ένα κείμενο μοναδικά εξομολογητικό, αστείο και περιγραφικό, και με μια μετάφραση ακριβείας (Θανάσης Χατζόπουλος), ο Ντίνος Ποντικόπουλος αβίαστα μοιράζεται την ιστορία της ζωής του Μάρτεν και διαχειρίζεται με πολύ χαριτωμένο, ανησυχητικό και χιουμοριστικό τρόπο αυτήν την εξομολόγηση. Μπορεί στην αρχή της παράστασης η σύνδεση μεταξύ αυτού και του κοινού να φάνηκε κάπως φιξαρισμένη ή ασυγχρόνιστη, αλλά στη συνέχεια βρέθηκαν να ισορροπούν. Η σκηνοθεσία ήταν αρκετά φοκουσαρισμένη στο ερμηνευτικό κομμάτι το οποίο ξεδιπλώθηκε άψογα, ωστόσο θα μπορούσε να είναι παραπάνω εμπλουτισμένη με τεχνικές κινησιολογίας, ώστε να προσθέσει στο πιο άμεσο δέσιμο μεταξύ χαρακτήρων και κοινού, ενώ η εναλλαγές του φωτισμού θα μπορούσαν να παίζουν έναν πιο ουσιαστικό ρόλο κατά τη διάρκεια της εξιστόρησης.
Το έργο υπερασπίζεται με πάθος και λεπτότητα αυτήν την τόσο κοινωνικά ασυνήθιστη προτίμηση, από την αρχή μέχρι το τέλος. Με την εξαιρετική, ανεπιτήδευτη και πηγαία ερμηνεία του Ποντικόπουλου, η παράσταση πέρασε το μήνυμά της με ξεκάθαρο τρόπο, ενώ με το ιδιαίτερο χιούμορ του κειμένου, πρόσφερε γέλιο και δικαίωσε (εν μέρει) τον πρωταγωνιστή, τουλάχιστον στα μάτια του κοινού του, πειράζοντας την κρίση του και την έννοια του διαφορετικού όταν κάτι είναι πνιγμένο από γεννησιμιού στην κατακραυγή.